Το να αναφέρω τον ενθουσιασμό μου όταν έμαθα πως ο συγκεκριμένος τίτλος θα αναπτυσσόταν από την Rocksteady Studios, είναι νομίζω περιττό. H σειρά των “Batman: Arkham” είναι ίσως η κορυφαία στο superhero genre με πολύ δυνατό ανταγωνισμό από πλευράς των “Marvel’s Spider-Man” τα τελευταία χρόνια. Δυστυχώς το “Suicide Squad: Kill the Justice League” απείχε παρασάγγας από την εμπειρία που ο κόσμος περίμενε από το σύμπαν της DC και κυρίως από την ποιότητα του συγκεκριμένου studio.
Αν θα έπρεπε να περιγράψω με λίγες λέξεις την εξόρμησή μου στη Metropolis, θα έλεγα πως ήταν ένα συνονθύλευμα από χρώματα που εκρήγνυνται, χιλιάδες button prompts στα άκρα της οθόνης, ατάκες που πνίγονται από τους ήχους των πυροβολισμών και ένα game που παρ’ότι φαίνεται διασκεδαστικό (και είναι σε πολλά σημεία), αποτυγχάνει να προσφέρει μια στιβαρή superhero εμπειρία και να σου κεντρίσει το ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα της ιστορίας.
Ανήκοντας στο σύμπαν του Arkhamverse, ο τίτλος θέτει υπό τον έλεγχο σας τέσσερα μέλη της Task Force X, που υπό τις οδηγίες της Amanda Waller, πρέπει να κάνουν ουσιαστικά αυτό που λέει ο υπότιτλος του παιχνιδιού. Το “Suicide Squad: Kill the Justice League” είναι στον πυρήνα του ένας looter-shooter τίτλος με live-service στοιχεία, γεγονός που με ξένισε και κυρίως με φόβισε καθώς ένα τέτοιο project δεν αποδίδεται όπως πρέπει όταν ανατίθεται σε studios που αναλαμβάνουν κυρίως story-oriented games. Τρανταχτό παράδειγμα δε θα μπορούσε να είναι άλλο από το studio της Crystal Dynamics, με την πολύ καλή rebooted τριλογία των “Tomb Raider” από τη μία, και το τραγικό “Marvel’s Avengers” στον αντίποδα.
Το παιχνίδι λαμβάνει χώρα στη Metropolis, με τους Harley Quinn, Deadshot, Captain Boomerang και King Shark να έχουν αποφυλακιστεί από το Arkham Asylum με μοναδική τους οδηγία να εξολοθρεύσουν την πιο ισχυρή ομάδα Υπερηρώων στον πλανήτη. Με τον Brainiac (Jason Isaacs ζωγράφισες πάλι…) να έχει καταφέρει να θέσει υπό τον έλεγχό του το μυαλό των μελών της Λεγεώνας, έμεινα να αναρωτιέμαι γιατί το μέλλον της Γης πέφτει στα χέρια τεσσάρων κακοποιών και όχι σε κάποιους από τους χιλιάδες άλλους υπερήρωες του σύμπαντος της DC. Παραδόξως, η απουσία μιας τέτοιας δικαιολογίας δεν με χάλασε καθόλου, καθώς σε βάζει με τη μία στο ζουμί του τίτλου που δεν είναι άλλος από τη δημιουργία απόλυτου ολέθρου με απώτερο σκοπό το θάνατο της Λεγεώνας και του Brainiac.
Τα vibes του game είναι στο μήκος κύματος του “Sunset Overdrive” με το traversal να συνδυάζεται με εντυπωσιακά mid-air kills, που σας ανταμοίβουν με boosts εάν επιτύχετε συγκεκριμένα combos.
To εκρηκτικό σκέλος της δράσης είναι όσο περίεργο και αν ακούγεται τόσο η ευχή, όσο και η κατάρα του παιχνιδιού. Ο τίτλος σάς δίνει όλα τα εργαλεία για να σπείρετε τον όλεθρο και να διασκεδάσετε πλήρως κάνοντάς το, αλλά από την άλλη και οι τέσσερις πρωταγωνιστές, ενώ έχουν όλοι τους την αυτοπεποίθηση και τον εγωκεντρισμό της Kim Kardashian, καταλήγουν να είναι NPC’s με όπλα για το μεγαλύτερο μέρος του παιχνιδιού. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Όταν η αλληλεπίδραση με τον κόσμο γίνεται κατά βάση πυροβολώντας, η προσωπικότητα του κάθε ήρωα πρέπει να μεταφράζεται μέσω του τρόπου που μάχεται. Εδώ όμως όλοι οι χαρακτήρες μπορούν να χρησιμοποιήσουν κάθε όπλο και εφόσον 9 στις 10 φορές αυτό που θα κάνετε μέσα στον χάρτη είναι να γαζώνετε κόσμο, όλο το concept της μοναδικότητας έχει ήδη πάει περίπατο. Ενώ τα cutscenes του παιχνιδιού είναι εξαιρετικά, με φανταστικά voice-overs, animations και διαλόγους, όλη αυτή η μαγεία των ιδιαίτερων προσωπικοτήτων χάνεται μόλις έρθει η ώρα να πιάσουν ένα όπλο και να μεταμορφωθούν σε έναν ακόμα generic χαρακτήρα που πυροβολεί.
Στα Arkham games, κάθε gadget που χρησιμοποιούσε ο Batman του είχε δοθεί in-game με έναν μοναδικό τρόπο και χρησιμοποιούνταν στις αναμετρήσεις ή στα stealth κομμάτια με πολύ διαφορετικά αποτελέσματα. Εδώ, η Harley μπορεί να σημαδέψει άριστα με sniper όπως ο Deadshot, ακυρώνοντας ουσιαστικά το skill-set του, με τη μόνη τους διαφορά να είναι οι ατάκες της κατά τη διάρκεια των αναμετρήσεων. Ο τρόπος μετακίνησης ευτυχώς δεν είναι στην ίδια μοίρα, με τον King Shark να καλύπτει τεράστιες αποστάσεις με τα άλματά του σαν άλλος Hulk και την Harley να χρησιμοποιεί ένα glider συνδυαστικά με το grappling gun του Batman.
Και ενώ η μάχη περιορίζεται μόνο στους πυροβολισμούς, η δομή των επαναλαμβανόμενων αποστολών και ο κυριολεκτικός χαμός που γίνεται στην οθόνη από εντολές, οπτικά εφέ, εκρήξεις και combo counters είναι αρκετά για να σας ρίξουν σε επιληπτικό σοκ. Είχαμε δει και κάτι αντίστοιχο στο “Marvel’s Guardians of the Galaxy” όμως όχι σε τέτοιο ακραίο βαθμό, καθώς εκεί λειτουργούσε σε αρμονία με τις ατάκες των πρωταγωνιστών που σου έδιναν παράλληλα context για το story, τους εχθρούς που αντιμετωπίζεις εκείνη τη στιγμή και όλα αυτά χωρίς να αφαιρούν καθόλου από το αφάνταστα διασκεδαστικό combat του παιχνιδιού.
Σχεδόν όλη η δράση εκτυλίσσεται στον εξωτερικό χώρο της Metropolis, με το design της πόλης να μην προσφέρει καμία πρωτοτυπία ή έστω κάτι που θα την ξεχώριζε σαν τοποθεσία, με μοναδική εξαίρεση ορισμένα αγάλματα των ηρώων που κυνηγάτε. Και αυτό συμβαίνει λόγω του τύπου των αποστολών που αναλαμβάνετε, καθώς περιορίζει το level design, έτσι ώστε να εξυπηρετεί την δομή των συγκεκριμένων αποστολών. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να καθαρίσετε εχθρούς σε ταράτσες ώστε να δημιουργήσετε χώρο για data centers ή τεράστια φυτά, να προστατέψετε ένα όχημα ώστε να φτάσει στον προορισμό του και να σώσετε πολίτες πηγαίνοντάς τους σε ένα σημείο εξαγωγής. Με την απουσία ουσιαστικών stealth mechanics που θα σας έβαζαν ίσως στη διαδικασία να χρησιμοποιήσετε το περιβάλλον, οι μοναδικές δύο φορές που το game σάς τοποθετεί σε εσωτερικό χώρο, είναι ίσως και το highlight του τίτλου. Είναι φυσικά η στιγμή που θα κληθείτε να αντιμετωπίσετε τον Batman και θα βρεθείτε στη θέση όλων των δύσμοιρων henchmen που σπάσατε στο ξύλο στις predator αναμετρήσεις. Οι συγκεκριμένες σεκάνς έχουν αποδοθεί εξαιρετικά και σας μεταδίδουν υπέροχα την παγερή αίσθηση του φόβου που αισθάνονται οι εγκληματίες της Gotham κλεισμένοι στο ίδιο δωμάτιο με τον Batman, με το χέρι τους να τρέμει και να πυροβολούν στο σκοτάδι ελπίζοντας πως έτσι θα τελειώσει ο εφιάλτης τους.
Φυσικά, ο βασικός λόγος που το συγκεκριμένο κομμάτι του παιχνιδιού λάμπει, είναι το κύκνειο άσμα του Kevin Conroy, ο οποίος μας φύλαγε το καλύτερό του performance για το τέλος. Οι ατάκες του είναι γραμμένες όπως πρέπει και ο τρόπος που τις ερμηνεύει είναι απλά μαεστρικός. Το μίσος και η συσσωρευμένη οργή που είχε τόσα χρόνια μέσα του για τους αντιπάλους του βγαίνει επιτέλους στην επιφάνεια, με την κακή αυτή περσόνα του Σκοτεινού Ιππότη να ίσως από τις πιο τρομακτικές που έχουμε δει ποτέ. Ήταν ίσως ο τέλειος αποχαιρετισμός για τον ηθοποιό που ενσάρκωσε τον υπερασπιστή της Gotham για σχεδόν 30 χρόνια και αγαπήθηκε όσο κανένας, χωρίς να χρειαστεί καν να δείξει το πρόσωπό του. Δυστυχώς τα καλά πράγματα δεν κρατάνε για πολύ, όπως και αυτό το εκπληκτικό encounter διαρκεί λίγα λεπτά.
Οι υπόλοιπες 10 ώρες του τίτλου χωρίζονται σε main και side quests, τα οποία ελάχιστες διαφορές έχουν μεταξύ τους. Πέραν των αποστολών που αφορούν τον Batman, δεν υπήρχε κάτι ιδιαίτερο προς παρατήρηση αναφορικά με τα mechanics ή το level design των υπολοίπων. Το πρόβλημα στα side-missions ορισμένες φορές έγκειται στο γεγονός ότι σε περιορίζει στο να σκοτώσεις συγκεκριμένα enemy types. Για παράδειγμα σε ορισμένες, οι εχθροί τρώνε damage μόνο από critical hits τα οποία κερδίζονται μόνο αν σκοτώσετε ένα συγκεκριμένο enemy-type που μοιάζει με χταπόδι. Βέβαια με τον πανικό που γίνεται όπως προανέφερα στην οθόνη δε το λες και το πιο εύκολο έργο να τους spotάρεις.
Μετά το πέρας των missions λαμβάνετε loot σε μορφή πυροβόλων όπλων, armor ή melee όπλων. Τα stats του εξοπλισμού σας και των χαρακτήρων μικρό ρόλο παίζουν στην έκβαση των αναμετρήσεων, καθώς μπορείτε να κάνετε abuse ένα OP μυδράλιο που θα βρείτε σε μια συγκεκριμένη στιγμή και μετά να μην κοιτάξετε ποτέ πίσω. Δεν υπήρχε δυνατότητα κατασκευής κάποιου “build”, καθώς όπως προανέφερα και οι 4 ήρωες λίγο-πολύ δεν έχουν διαφορές εφόσον χειρίζονται όλα τα όπλα με την ίδια ευκολία.
Το live-service μοντέλο του παιχνιδιού έχει και αυτό τα θεματάκια του, καθώς είναι εμφανές πως η απληστία των επεμβάσεων από τα “μεγάλα κεφάλια”, περιορίζει τη δημιουργική ιδιοφυΐα της Rocksteady. Το ατελείωτο endgame grind του είναι βασισμένο στο season progression με νέο content που θα προστίθεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, με το pay-wall του τίτλου να είναι ψηλότερο και από το Σινικό Τείχος. Όλα τα προαναφερθέντα οδηγούν το game στο να μην έχει καθοριστικό φινάλε, καθώς όλες οι αναμετρήσεις σας με τον Brainiac είναι εντελώς ανούσιες. Δεν βοηθάνε και τα boss battles για να πούμε την αλήθεια. Θα περίμενε κανείς κάποια από τα επικότερα set-pieces εν αναμονή μιας μάχης με τον Flash, τον Green Lantern και ειδικότερα τον Superman. Aμ, δε…
Το μόνο που πρέπει να κάνετε είναι να είστε υπομονετικοί περιμένοντας την ευκαιρία σας για να τους ρίξετε την “ασπίδα” τους και μετά να τους γεμίσετε με μολύβι. Είναι απογοητευτικό να βλέπεις μια τέτοια μεταχείριση για τη Λεγεώνα των Υπερηρώων. Μια λέξη που χαρακτηρίζει και τη συνολική εικόνα του “Suicide Squad: Kill the Justice League”.
Η άποψη που έχω για το studio της Rocksteady δεν πρόκειται να αλλάξει λόγω ενός στραβοπατήματος. Αποτελείται από ανθρώπους που έχουν βαθιά γνώση και αγάπη για το lore των χαρακτήρων της DC και θεωρώ πως αν έφτιαχναν το game χωρίς εξωγενείς παρεμβάσεις, θα βλέπαμε κάτι εντελώς διαφορετικό. Τα στοιχεία των καλογραμμένων διαλόγων και της δυναμικής των ηρώων στους διαλόγους ήταν εμφανέστατα στα cutscenes, όπως και στην παρουσία της Wonder Woman, η οποία δεν επηρεάστηκε από τον έλεγχο του Brainiac και έφτασε στην φρικτή συνειδητοποίηση ότι ίσως χρειαστεί να σκοτώσει τους φίλους της. Μακάρι η Monolith να την απογειώσει ακόμα παραπάνω στο single-player game που της ετοιμάζει.
Εν κατακλείδι, το “Suicide Squad: Kill the Justice League” κάνει καλά τη δουλειά του ως ένα απρόσωπο χαοτικό third-person shooter, όμως δεν θα προσφέρει κάτι παραπάνω σε έναν fan της DC Comics. Είχε την ευκαιρία να πάρει ένα αταίριαστο group με εκρηκτικές προσωπικότητες και να φτιάξει ένα “Marvel’s Guardians of the Galaxy” on drugs. Το corporate κομμάτι του τίτλου δυστυχώς είναι και η ταφόπλακά του, καθώς όσες ώρες ατελείωτων πυροβολισμών και να ευχαριστηθεί κάποιος, κανένα lootbox δεν αρκεί για να καλύψει την ένδοια του τίτλου στο character development και στο δυνατό storytelling, για το οποίο δικαίως περηφανεύεται η Rocksteady.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ 6,5/10
ΘΕΤΙΚΑ
- Καλογραμμένοι διάλογοι και voice-overs
- Χαοτική δράση σε κάθε γωνιά της Metropolis
- Ένας Batman που όμοιός του δεν υπάρχει
ΑΡΝΗΤΙΚΑ
- Το live-service μοντέλο στερεί το φινάλε
- Ελάχιστη ποικιλία στα είδη των αποστολών
- Μια κενή Metropolis χωρίς χαρακτήρα
- Playstyle χαρακτήρων που δεν αναδεικνύει τις μοναδικές τους ικανότητες
- Μηδενικό character development που το καθιστά ένα shooter της σειράς
Ευχαριστούμε θερμά την CD Media για την παραχώρηση του key code για τις ανάγκες του review.
[…] «Suicide Squad: Kill the Justice League» λανσαρίστηκε στις 2 Φεβρουαρίου με τις προσδοκίες […]
[…] «Suicide Squad: Kill the Justice League» λανσαρίστηκε στις 2 Φεβρουαρίου με τις προσδοκίες […]
[…] το νέο πόνημα της Rocksteady (Suicide Squad: Kill The Justice League), δεν είχε τελικώς την απήχηση από το κοινό όπως εκείνη […]
[…] Πολλές αναφορές από το εξωτερικό κάνουν λόγο για ανάπτυξη ενός μεγάλου DLC για το Hogwarts Legacy με σκοπό η Warner Bros. να βγάλουν τα «σπασμένα» από την κακή κυκλοφορία του Suicide Squad: Kill the Justice League. […]
[…] βάσισε πολλά μάλιστα κατά τη διάρκεια του 2024, είναι το Suicide Squad: Kill the Justice League που έβαλε «μέσα» το στούντιο κατά 200 εκατομμύρια […]