Η σειρά των βιντεοπαιχνιδιών Mana έχει μακρά ιστορία και όνομα βαρύ σαν ιστορία. Αρκετοί, είναι πολύ πιθανόν να μην έχουν σαφή εικόνα των παιχνιδιών, λόγω του εξεζητημένου είδους τους, JRPGs γαρ, με τα περισσότερα και πιο γνωστά μέρη της σειράς να χάνονται στο πέρασμα του χρόνου. Από την άλλη, τα παιχνίδια της σειράς Mana δεν έγιναν ποτέ mainstream όπως τα Final Fantasy (με τα οποία ειρήσθω εν παρόδω έχουν κοινή αφετηρία), ούτε κάποιο από αυτά έγινε μεγάλη εμπορική επιτυχία όπως το Persona 5.
Παρόλα αυτά, για τους λάτρεις των JRPGs και ειδικά για όσους έχουν προλάβει το Super Nintendo, τα Mana αποτελούν τεράστιο κεφάλαιο στις gaming αναμνήσεις τους. Προεξάρχοντος βεβαίως του Secret of Mana το 1993, ενώ το 1991 είχε προηγηθεί το πρώτο παιχνίδι της σειράς, με τίτλο “Final Fantasy Adventure”, το οποίο ήταν ουσιαστικά ένα spin-off του Final Fantasy -η κοινή αφετηρία που λέγαμε-.
Η δεκαετία του 1990 λοιπόν, ήταν μάλλον η καλύτερη περίοδος της σειράς, με τα “Secret of Mana“, “Trials of Mana” και “Legend of Mana“, να δίνουν νέα πνοή στο είδος του JRPG, αφήνοντας στην άκρη το turn-based σύστημα μάχης και κάνοντας το action, κάτι που διατηρούν μέχρι και σήμερα. Σήμερα, όπου η Square Enix μας παραδίδει το νέο της πόνημα. Το νέο παιχνίδι της σειράς με τίτλο “Vision of Mana”.
Στον κόσμο του παιχνιδιού, στο Qi’Diel όπως ονομάζεται, όλοι οι λαοί του ζούσαν γαλήνιοι και ευτυχισμένοι. Σε αυτό συνεπικουρούσε η δύναμη του Mana Tree. Όμως για να διατηρήσουν αυτή την ισορροπία οι πολίτες όλων των χωρών είχαν μια υποχρέωση. Κάθε τέσσερα χρόνια, έπρεπε ως αντάλλαγμα, να θυσιάζουν την ψυχή ενός εκλεκτού (Alm) από κάθε φυλή, στο δέντρο αυτό. Κι ενώ η παράδοση αυτή συνεχιζόταν επί χιλιετίες, ένα γεγονός άλλαξε τον ρου της ιστορίας.
Το γεγονός αυτό, συνέβη τέσσερα χρόνια πριν τη δική μας ιστορία και μας εξιστορείται στον πρόλογο του παιχνιδιού, ο οποίος λειτουργεί και ως ένα μικρό tutorial για να μάθουμε τους βασικούς μηχανισμούς του. Εκεί, ένα από τα Alms, η Lysa, παρακινημένη από τον Eoren, με τον οποίο ήταν ερωτευμένη και ο οποίος ήταν ένας Soul Guard soldier, υπεύθυνος δηλαδή στο να προστατεύει όλα τα Alms στο ταξίδι τους μέχρι να θυσιαστούν στο Mana Tree, αποφάσισαν να αψηφήσουν την παράδοση αυτή. Ο Eoren προσπάθησε να φυγαδεύσει την αγαπημένη του, ώστε να ζήσουν μαζί, όμως αυτό είχε καταστροφικές συνέπειες.
Ξεκινώντας λοιπόν την ιστορία μας, μαθαίνουμε πώς το χωριό της Lysa καταστράφηκε, ενώ κανείς δεν γνωρίζει τι απέγιναν εκείνη και ο Eoren. Πλέον έχουμε στον χειρισμό μας τον Val, τον νέο Soul Guard Soldier και πρωταγωνιστή του παιχνιδιού. Κάπως έτσι ξεκινάει το ταξίδι μας, με την πρώτη εκλεκτή να είναι η Hinna, παιδική φίλη του Val, η οποία ανήκει στο στοιχείο της φωτιάς. Κάθε Alm εκπροσωπεί και ένα από τα στοιχεία της φύσης -elements- (Γη, Φωτιά, Νερό, Αέρας κλπ), ενώ αυτό, όπως θα δούμε αργότερα, έχει και επίπτωση στο gameplay κομμάτι του παιχνιδιού.
Στα του gameplay τώρα, το παιχνίδι είναι ένα action RPG όπως και οι προκάτοχοί του. Η ομάδα μας έχει έναν περιορισμό και πρέπει να αποτελείται από 3 μέλη κάθε φορά κατά τη διάρκεια των μαχών μας. Το καλύτερο σε ό,τι αφορά το gameplay μέρος του παιχνιδιού έχει να κάνει με τα elements. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας, θα μαζέψουμε ένα-ένα όλα τα elements. Με αυτά, αποκτούμε ξεχωριστές ιδιότητες και δυνατότερες επιθέσεις, ενώ κάθε element έχει διαφορετικές δυνάμεις, διαφορετικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Το συγκριτικό πλεονέκτημα εδώ, σε σχέση με άλλα παιχνίδια, είναι πως εξοπλίζοντας κάθε μέλος της ομάδας με κάποιο element αποκτά ένα εντελώς ξεχωριστό skill tree, σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα μέλη που έχουν εξοπλίσει το ίδιο element.
Καταλαβαίνετε πως με αυτόν τον τρόπο υπάρχουν δεκάδες, για να μην πούμε εκατοντάδες, διαφορετικοί συνδυασμοί, τους οποίους μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να “στήσουμε” την ομάδα μας. Ένα ακόμη βοήθημα προς τον παίκτη είναι πως ανά πάσα ώρα και στιγμή, μπορούμε να αλλάξουμε κλάση σε οποιονδήποτε χαρακτήρα, βάζοντας του άλλα skills και έτσι μπορούμε να προσαρμοστούμε όπως θέλουμε ανάλογα με τον αντίπαλο. Επίσης, όλα τα elements, εκτός των διαφορετικών χαρακτηριστικών και δυνάμεων, έχουν και διαφορετικές στολές για κάθε χαρακτήρα. Πρώτα χορταίνει το μάτι και μετά γεμίζει το στομάχι, λένε και εδώ, αυτή η παροιμία βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή της. Οι εμφανίσεις των χαρακτήρων είναι εντυπωσιακές και αρκετά ξεχωριστές μεταξύ τους, πράγμα αρκετά σημαντικό, καθώς μιλάμε για ένα ταξίδι που θα διαρκέσει αρκετές ώρες, πιθανότατα περισσότερες από πενήντα, για την ακρίβεια.
Τώρα, παρόλο που το παιχνίδι διαδραματίζεται σε ένα open world περιβάλλον, οι αποστολές του είναι αρκετά γραμμικές. Ξεκινάμε από ένα σημείο Α για να φτάσουμε στο σημείο Β, με ένα αστέρι να μας δείχνει ακριβώς που πρέπει να πάμε, χωρίς να προβληματιστούμε ιδιαίτερα. Τα side quests του είναι τις περισσότερες φορές επαναλαμβανόμενα και αδιάφορα και οι ανταμοιβές συνήθως χρυσά νομίσματα. Πάντα χρήσιμα φυσικά, αλλά όχι αρκετά σημαντικό κίνητρο ώστε να αφιερώσουμε πολύ από τον χρόνο μας. Ο κόσμος του παιχνιδιού είναι σίγουρα όμορφος. Με μεγάλη ποικιλία σε περιβάλλοντα, εχθρούς και υπέροχα τοπία, όμως σύντομα θα χάσουμε το ενδιαφέρον μας για εξερεύνηση, αφενός γιατί τελικά αποδεικνύεται “κούφιος”, αφετέρου διότι από την έναρξη του παιχνιδιού όλα τα σημαντικά αντικείμενα είναι σημαδεμένα πάνω στον χάρτη μας.
Μια σημαντική πληγή του παιχνιδιού, αν όχι η σημαντικότερη, είναι ο τεχνικός του τομέας. Στον κατά άλλα, πανέμορφο κόσμο του παιχνιδιού θα συναντήσουμε πάμπολλους invisible walls, ενώ παρόλο που ο κόσμος είναι φαινομενικά ενιαίος, στην πράξη είναι κομματιασμένος σε μικρότερα κομμάτια και έτσι πολύ συχνά θα βλέπουμε ένα loading screen μέχρι να περάσουμε στο επόμενο σημείο του χάρτη. Τα γραφικά είναι αρκετά χοντροκομμένα, η αλληλεπίδραση με το περιβάλλον ανύπαρκτη, ενώ πολλές φορές θα δούμε και κάποια frame drops, ακόμα και αν έχουμε προτιμήσει την επιλογή του performance mode.
Η μουσική είναι εκεί και κάνει την δουλειά της κάτι παραπάνω από αξιοπρεπώς θα λέγαμε. Με αρκετά διαφορετικές μελωδίες και τραγούδια, με στίχους αρκετά ποιητικούς και παραμυθένιους όπως αρμόζει στο στυλ του παιχνιδιού. Στο παιχνίδι θα ακούσουμε από ήρεμες μελωδίες καθώς περιπλανιόμαστε σε ένα δάσος, μέχρι επικές μουσικές στα σημεία που η ιστορία μας κορυφώνεται και πιο έντονους και γρήγορους ρυθμούς κατά τη διάρκεια των μαχών μας. Στις φωνές των ηρώων έχει γίνει καλή δουλειά, αλλά όχι το ίδιο και στο lip synchronization των χαρακτήρων μας.
Συνοψίζοντας, το Visions of Mana είναι ένα παλιάς κοπής JRPG, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Με μια όμορφη ιστορία που μας κερδίζει όλο και περισσότερο, όσο προχωράει το παιχνίδι. Ορισμένες φορές ακροβατεί στα όρια του να γίνει γλυκανάλατο, όμως εν τέλει μας δένει με τους ήρωές του, με αρκετές ανατροπές και απρόσμενες στιγμές όπου η αγωνία κλιμακώνεται. Είναι προσβάσιμο για όλους, χωρίς ιδιαίτερη πρόκληση, τουλάχιστον στο προτεινόμενο επίπεδο δυσκολίας. Όσοι είναι λάτρεις του είδους αξίζει να του δώσουν μια ευκαιρία.
Το Visions of Mana κυκλοφόρησε στις 29 Αυγούστου 2024 από την Square Enix και είναι διαθέσιμο για PlayStation 5, PlayStation 4, Xbox Series X|S και PC. Το Review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για το PlayStation 5.
Ευχαριστούμε θερμά την CD Media για την παραχώρηση του key code για τις ανάγκες του review.